2010-12-06

Βασιλική Δεδούση — Η ψυχή του ναυτικού




Όποιο μέρος του κορμιού μου κι αν στύψεις
θαλασσόνερο θα βγει.
Αρμυρό.

Με όπλο το νου, που ερευνά, συγκρίνει,
αποτυπώνει και φτάνει στη γνώση
το πλεούμενο —ένα με μένα που ‘ναι—,
επιδέξια ορίζω,
κι ο Άξενος Πόντος, Εύξεινος πια,
τον ιχνηλάτη του άπιαστου,
τον δαμαστή καλοδέχεται,
ερέτη επιδέξιο, παγιδευτή ψαρά,
κι έμπορο μεταπράτη.

Σε όρμους νηνεμίας απάνεμους,
καιροφύλακας των ανέμων των ούριων,
—προσμονή, υπομονή κι απαντοχής σκληράδα—
μέχρι να πνεύσει ο Ζέφυρος,
μέχρις η Λευκοθέα ν’ απλώσει τα λυτά μαλλιά,
μιαν αγκαλιά αφροστόλιστη
τριγύρω στο σκαρί μου,
για να ναι καλοτάξιδο.

Αυλακωμένα τα χέρια μου, δες.
Των χεριών οι παλάμες χαραγμένες βαθιά,
τραχιά των σκοινιών μονοπάτια,
της αγριάδας των κυμάτων καθρέφτες.

Όσο αγριεύει η θάλασσα,
τόσο η ψυχή βαθαίνει.

Το δικό μου το αύριο ξέρω τι κρύβει.
Ναυάγιο, φουρτούνα,
μπουρίνι άξαφνο, ολοσκότεινο,
για ταξίδι απρόσκοπτο,
όλα τα λογαριάζω προτού ν’ ανοίξω το πανί
και ξανοιχτώ στο πέλαγο.

Όντας χτυπάνε το σκαρί τα τρομερά δρολάπια
και ο πλατύς ορίζοντας απ’ τη ματιά μου φεύγει
και σμίγουν Γαία κι Ουρανός τέρατα να γεννήσουν,
τότες στυλώνονται γερά τα δυο μου τα ποδάρια,
χώνονται, λες, μέσα στη σάρκα του σκαριού,
βιδώνομαι και στο κατάρτι δένομαι
το κύμα μη με πάρει.

Κύμα το κύμα,
μια πάνω μετέωρος,
μια κάτω χαμένος στα άπατα βάθη,
παλεύω και μάχομαι
με στέρνο φουσκωμένο
από μιαν άγρια χαρά,
που όμοιά της καμιά οι στεριανοί δε γεύονται.

Την τραχιά μου την όψη
σμιλέψαν, χαράξαν οι άνεμοι,
του ήλιου η κάψα, οι καιροί οι αντίξοοι,
κι η διψασμένη αρμύρα της θάλασσας.
Μα πιότερο απ’ όλα, δώρο μου κάναν τη ματιά,
το καραβίσιο βλέμμα,
—αγριάδα και γλύκα μαζί—,
πόχει το χρώμα του χαλκού σαν αγριεύει το πέλαγο
το γαλανό και ξάστερο, όταν αυτό μερεύει.

Θαλασσογράφος πίνακας
σ’ όλα του Πόντου τα χρώματα.

Πλατιά η ψυχή σαν τη θάλασσα.
Η καρδιά, του κρυσταλλένιου νερού
καθάριο αντιφέγγισμα.

Τα λόγια μου λίγα, κοφτά και σταράτα,
καταφυγιώτες στις ρωγμές των κυμάτων,
αισθήσεων ο λόγος.
Μάινααα καρδιά, όρτσααα ψυχή.
Στις ρωγμές των κυμάτων τρυπώνουν οι λέξεις,
του πελάγου αντιβούισμα, χαραγμένος αχός
ζωντανεύουν το πέλαγο
και με τα πλάσματά του
αρχινώ τις κουβέντες.

Τα πελάγια ρεύματα οι δικοί μου οι δρόμοι.
Η ψυχή μου ακρόπρωρη
—άροτρο, λιβαδιών χαλκογάλανων—,
ορμητικά διαβαίνοντας
στα μάτια μου μπρος τους χαράζει
καθαρούς, διαυγείς για σταθερή πορεία.

Τις άφεγγες νυχτιές τις ατέλειωτες
τ’ αστροκεντήδια του θόλου του ουράνιου,
των εποχών ανάλογα,
οδηγοί μου για να βρω τη σωστή την πορεία.
Στης μέρας το φως,
των δελφινιών συντροφικά ξεπετάγματα,
αγαπημένοι φίλοι και πλοηγοί αλάνθαστοι.

Δεν την αντέχω την στεριά.
Αντραλίζομαι.
Στου σκαριού μου τη ράχη τα βήματά μου σταθερά,
το χώμα σαν πατώ παραπαίουν.
Της Γης και του Αιθέρα ο γιος,
ο Πόντος ο απέραντος,
το σπιτικό και το βιός μου.
Κι άμποτες, σαν έρθ’ η ώρα η καλή,
χώμα μη με σκεπάσει.
Η θάλασσα να με δεχτεί
κι ένα μ’ αυτή να γένω
Άμποτες.
Βασιλική Π. Δεδούση
Από την τραγωδία Προμηθεύς Πυρφόρος

2010-12-03

ΑΙΣΧΙΝΗ ΚΑΤΑ ΚΤΗΣΙΦΩΝΤΟΣ 3.9–12

 

ΑΙΣΧΙΝΗ ΚΑΤΑ ΚΤΗΣΙΦΩΝΤΟΣ 3.9–12
Ο νόμος απαγορεύει να τιμώνται οι άρχοντες πριν λογοδοτήσουν
Ο Αισχίνης με τον λόγο του αυτόν αντιστρατεύεται με γραφὴν παρανόμων στην πρόταση του Κτησιφώντα να τιμηθεί ο Δημοσθένης με χρυσό στεφάνι για τις υπηρεσίες του στην πόλη ενώ ακόμα ήταν άρχοντας.
30 Νοεμβρίου 2010
Μετάφραση: Βασιλική Δεδούση
[9] Περὶ μὲν οὖν τῆς ὅλης κατηγορίας μετρίως μοι ἐλπίζω προειρῆσθαι· περὶ δὲ αὐτῶν τῶν νόμων οἳ κεῖνταιπερὶ τῶν ὑπευθύνων, παρ’ οὓς τὸ ψήφισμα τυγχάνει γεγραφὼς Κτησιφῶν, διὰ βραχέων εἰπεῖν βούλομαι.
 
Ἐν γὰρ τοῖς ἔμπροσθεν χρόνοις ἄρχοντές τινες τὰς μεγίστας ἀρχὰς καὶ τὰς προσόδους διοικοῦντες, καὶ δωροδοκοῦντες περὶ ἕκαστα τούτων, προσλαμβάνοντες τούς τε ἐκ τοῦ βουλευτηρίου ῥήτορας καὶ τοὺς ἐκ τοῦ δήμου, πόρρωθεν προκατελάμβανον τὰς εὐθύνας ἐπαίνοις καὶ κηρύγμασιν, ὥστ’ ἐν ταῖς εὐθύναις εἰς τὴν μεγίστην μὲν ἀπορίαν ἀφικνεῖσθαι τοὺς κατηγόρους, πολὺ δὲ ἔτι μᾶλλον τοὺς δικαστάς.
[9] Σχετικά λοιπόν με την όλη κατηγορία νομίζω πως είναι αρκετά αυτά που είπα. Σχετικά όμως με τους νόμους που υπάρχουν γι' αυτούς που είναι υποχρεωμένοι να λογοδοτήσουν μετά τη λήξη της αρχής που διαχειρίστηκαν και τους οποίους παραβαίνοντας ο Κτησιφώντας έγραψε το ψήφισμά του, θέλω ν' αναφέρω λίγα λόγια.
Στα περασμένα χρόνια λοιπόν μερικοί άρχοντες, οι οποίοι αναλάμβαναν τα πιο μεγάλα αξιώματα και διαχειρίζονταν τα δημόσια έσοδα και οι οποίοι δωροδοκούνταν σε κάθε μια απ' τις περιπτώσεις αυτές, παίρνοντας με το μέρος τους τούς ρήτορες της βουλής και του δήμου, πολύ πριν τελειώσει ο χρόνος της αρχής που διαχειρίζονταν, κατόρθωναν να εξασφαλίσουν ευνοϊκές προϋποθέσεις για τη λογοδοσία τους με τιμητικά ψηφίσματα κι επαίνους, ώστε την ώρα που λογοδοτούσαν για τη διαχείριση της αρχής που ανάλαβαν να βρίσκονται σε μεγάλη αμηχανία όσοι ήθελαν να τους κατηγορήσουν και πολύ περισσότερο οι δικαστές.
[10] πολλοὶ γὰρ πάνυ τῶν ὑπευθύνων, ἐπ’ αὐτοφώρῳ κλέπται τῶν δημοσίων χρημάτων ὄντες ἐξελεγχόμενοι, διεφύγγανον ἐκ τῶν
δικαστηρίων, εἰκότως· ᾐσχύνοντο γὰρ οἶμαι οἱ δικασταί, εἰ φανήσεται ὁ αὐτὸς ἀνὴρ ἐν τῇ αὐτῇ πόλει, πρώην μέν ποτε ἀναγορευόμενος ἐν τοῖς ἀγῶσιν, ὅτι στεφανοῦται ἀρετῆς ἕνεκα καὶ δικαιοσύνης ὑπὸ τοῦ δήμου χρυσῷ στεφάνῳ, ὁ δὲ αὐτὸς ἀνὴρ μικρὸν ἐπισχὼν ἔξεισιν ἐκ τοῦ δικαστηρίου κλοπῆς ἕνεκα τὰς εὐθύνας ὠφληκώς·
ὥστε ἠναγκάζοντο τὴν ψῆφον φέρειν οἱ δικασταί, οὐ περὶ τοῦ παρόντος ἀδικήματος, ἀλλ’ ὑπὲρ τῆς αἰσχύνης τοῦ δήμου.
[10] Γι' αυτό πολλοί απ' αυτούς που ήσαν υποχρεωμένοι να λογοδοτήσουν, αν και πιάνονταν επ' αυτοφώρω να κλέβουν τα χρήματα του δημοσίου, γλύτωναν απ' τα δικαστήρια, και πολύ φυσικά. Γιατί, νομίζω, οι δικαστές θεωρούσαν ντροπή να φανεί ο ίδιος άνδρας, στην ίδια πόλη, ίσως μάλιστα και στον ίδιο χρόνο, ότι προ ολίγου ανακηρύχθηκε στους θεατρικούς αγώνες πως στεφανώθηκε απ' το δήμο με χρυσό στεφάνι ένεκα της αρετής του και της δικαιοσύνης του και ύστερ' από λίγο ο ίδιος αυτός άνδρας να φανεί ότι βγαίνει απ' το δικαστήριο ύστερ' απ' τη λογοδοσία του καταδικασμένος για κλοπή δημοσίων χρημάτων. Αναγκάζονταν λοιπόν οι δικαστές να ψηφίσουν όχι για να καταδικάσουν το έγκλημα που δίκαζαν εκείνη τη στιγμή, αλλά για να μη ντροπιάσουν το δήμο.
[11] Κατιδὼν δή τις ταῦτα νομοθέτης τίθησι νόμον καὶ μάλα καλῶς ἔχοντα, διαρρήδην ἀπαγορεύοντα τοὺς ὑπευθύνους μὴ στεφανοῦν. καὶ ταῦτα οὕτως εὖ προκατειληφότος τοῦ νομοθέτου, εὕρηνται κρείττονες λόγοι τῶν νόμων, οὓς εἰ μή τις ὑμῖν ἐρεῖ, λήσετε ἐξαπατηθέντες.
τούτων γὰρ τῶν τοὺς ὑπευθύνους στεφανούντων παρὰ τοὺς νόμους οἱ μὲν φύσει μέτριοί εἰσιν, εἰ δή τις ἐστὶ μέτριος τῶν τὰ παράνομα γραφόντων, ἀλλ’ οὖν προβάλλονταί γέ τι πρὸ τῆς αἰσχύνης. προσγράφουσι γὰρ πρὸς τὰ ψηφίσματα στεφανοῦν τὸν ὑπεύθυνον «ἐπειδὰν λόγον καὶ εὐθύνας τῆς ἀρχῆς δῷ.»
11] Όταν όμως κάποιος νομοθέτης αντιλήφθηκε την κατάσταση αυτή, θέσπισε νόμο πάρα πολύ σωστό, που απαγορεύει αυστηρά να στεφανώνονται όσοι είναι υποχρεωμένοι να λογοδοτήσουν. Εν τούτοις, αν και ο νομοθέτης πολύ καλά προνόησε γι' αυτά, έχουν επινοηθεί δικαιολογίες για να καταπατηθεί αυτός ο νόμος, τις οποίες αν κάποιος δεν σας τις υποδείξει, θα εξαπατηθείτε απ' αυτούς χωρίς να το καταλάβετε· γιατί, ανάμεσα σ' αυτούς που παράνομα προτείνουν να στεφανώνονται άρχοντες που δεν έχουν λογοδοτήσει, υπάρχουν μερικοί οι οποίοι από φυσικού τους είναι μετριοπαθείς, αν είναι βέβαια δυνατό να είναι μετριοπαθής κάποιος απ' αυτούς που προτείνουν παράνομα ψηφίσματα, αλλά καλύπτουν κάπως τη ντροπή της παρανομίας. Προσθέτουν δηλαδή στα ψηφίσματά τους να στεφανώνεται ο υπεύθυνος άρχοντας, αφού λογοδοτήσει για την αρχή που διαχειρίστηκε.
[12] Καὶ ἡ μὲν πόλις τὸ ἴσον ἀδίκημα ἀδικεῖται· προκαταλαμβάνονται γὰρ ἐπαίνοις καὶ στεφάνοις αἱ εὔθυναι· ὁ δὲ τὸ ψήφισμα γράφων ἐνδείκνυται τοῖς ἀκούουσιν, ὅτι γέγραφε μὲν παράνομα, αἰσχύνεται δὲ ἐφ’ οἷς ἡμάρτηκε. Κτησιφῶν δέ, ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι, ὑπερπηδήσας τὸν νόμον τὸν περὶ τῶν ὑπευθύνων κείμενον, καὶ τὴν πρόφασιν ἣν ἀρτίως προεῖπον ὑμῖν ἀνελών, πρὶν λόγον πρὶν εὐθύνας δοῦναι γέγραφε μεταξὺ Δημοσθένην ἄρχοντα στεφανοῦν.
[12] Και η πόλη παθαίνει πάλι την ίδια αδικία, γιατί δημιουργούνται ευνοϊκές προϋποθέσεις για τη λογοδοσία με την πρόταση να επαινεθεί και να στεφανωθεί ο υπεύθυνος αλλ' αυτός που προτείνει το ψήφισμα δεν κρύβει απ' τους ακροατές του ότι πρότεινε παράνομες προτάσεις, ντρέπεται όμως για τα σφάλματα που έκανε. Ο Κτησιφώντας όμως, άνδρες Αθηναίοι, παραβαίνοντας το νόμο που υπάρχει για τους υπεύθυνους άρχοντες και χωρίς να προσθέσει τη δικαιολογία που εγώ προηγουμένως σας ανέφερα, πρότεινε να στεφανωθεί ο Δημοσθένης, πριν λογοδοτήσει για την αρχή που διαχειρίστηκε,

Ἑλληνικά

2010-11-25

Ξενοφῶντος Ἀπομνημονεύματα 1.2.19–1.2.22

Η σημασία της άσκησης της αρετής
Ο ένας από τους κατηγόρους του Σωκράτη είχε ισχυρισθεί ότι η αρνητική κριτική του φιλοσόφου σε θεμελιώδεις πρακτικές της αθηναϊκής δημοκρατίας, όπως η κλήρωση των αρχόντων, υπονόμευε το πολίτευμα και καθιστούσε βίαιους και ανήθικους τους μαθητές του. Τεκμηρίωσε μάλιστα τον ισχυρισμό του, προβάλλοντας τις περιπτώσεις του Κριτία και του Αλκιβιάδη. Ο Ξενοφώντας υποστήριξε ότι οι άνδρες αυτοί επέδειξαν φαύλη συμπεριφορά αφότου σταμάτησαν να συναναστρέφονται τον Σωκράτη, πριν συνεχίσει με το παρακάτω επιχείρημα:

Κείμενο
[1.2.19] Ἴσως οὖν εἴποιεν ἂν πολλοὶ τῶν φασκόντων φιλοσοφεῖν
ὅτι οὐκ ἄν ποτε ὁ δίκαιος ἄδικος γένοιτο, οὐδὲ ὁ σώφρων ὑβριστής, οὐδὲ ἄλλο οὐδὲν ὧν μάθησίς ἐστιν ὁ μαθὼν ἀνεπιστήμων ἄν ποτε γένοιτο.
ἐγὼ δὲ περὶ τούτων οὐχ οὕτω γιγνώσκω· ὁρῶ γὰρ ὥσπερ τὰ τοῦ σώματος ἔργα τοὺς μὴ τὰ σώματα ἀσκοῦντας οὐ δυναμένους ποιεῖν, οὕτω καὶ τὰ τῆς ψυχῆς ἔργα τοὺς μὴ τὴν ψυχὴν ἀσκοῦντας οὐ δυναμένους·
οὔτε γὰρ ἃ δεῖ πράττειν οὔτε ὧν δεῖ ἀπέχεσθαι δύνανται.
[1.2.20] δι’ ὃ καὶ τοὺς υἱεῖς οἱ πατέρες, κἂν ὦσι σώφρονες, ὅμως ἀπὸ τῶν πονηρῶν ἀνθρώπων εἴργουσιν, ὡς τὴν μὲν τῶν χρηστῶν ὁμιλίαν ἄσκησιν οὖσαν τῆς ἀρετῆς, τὴν δὲ τῶν πονηρῶν κατάλυσιν.
μαρτυρεῖ δὲ καὶ τῶν ποιητῶν ὅ τε λέγων·
Ἐσθλῶν μὲν γὰρ ἄπ’ ἐσθλὰ διδάξεαι· ἢν δὲ κακοῖσι συμμίσγῃς,
ἀπολεῖς καὶ τὸν ἐόντα νόον, καὶ ὁ λέγων·
Αὐτὰρ ἀνὴρ ἀγαθὸς τοτὲ μὲν κακός, ἄλλοτε δ’ ἐσθλός.
κἀγὼ δὲ μαρτυρῶ τούτοις· [1.2.21]
ὁρῶ γὰρ ὥσπερ τῶν ἐν μέτρῳ πεποιημένων ἐπῶν τοὺς μὴ μελετῶντας ἐπιλανθανομένους,
οὕτω καὶ τῶν διδασκαλικῶν λόγων τοῖς ἀμελοῦσι λήθην ἐγγιγνομένην. ὅταν δὲ τῶν νουθετικῶν λόγων ἐπιλάθηταί
τις, ἐπιλέλησται καὶ ὧν ἡ ψυχὴ πάσχουσα τῆς σωφροσύνης ἐπεθύμει· τούτων δ’ ἐπιλαθόμενον οὐδὲν θαυμαστὸν καὶ τῆς
σωφροσύνης ἐπιλαθέσθαι.
[1.2.22] ὁρῶ δὲ καὶ τοὺς εἰς φιλοποσίαν προαχθέντας καὶ τοὺς εἰς ἔρωτας ἐγκυλισθέντας ἧττον δυναμένους τῶν τε δεόντων ἐπιμελεῖσθαι καὶ τῶν μὴ δεόντων ἀπέχεσθαι. πολλοὶ γὰρ καὶ χρημάτων δυνάμενοι φείδεσθαι,
πρὶν ἐρᾶν, ἐρασθέντες οὐκέτι δύνανται·
καὶ τὰ χρήματα καταναλώσαντες, ὧν πρόσθεν ἀπείχοντο κερδῶν, αἰσχρὰ
νομίζοντες εἶναι, τούτων οὐκ ἀπέχονται.
[1.2.23] πῶς οὖν οὐκ ἐνδέχεται σωφρονήσαντα πρόσθεν αὖθις μὴ σωφρονεῖν καὶ δίκαια δυνηθέντα πράττειν αὖθις ἀδυνατεῖν;
πάντα μὲν οὖν
ἔμοιγε δοκεῖ τὰ καλὰ καὶ τἀγαθὰ ἀσκητὰ εἶναι, οὐχ ἥκιστα δὲ σωφροσύνη.
.
Μετάφραση: Βασιλική Δεδούση
Ίσως λοιπόν ημπορούσαν να πουν πολλοί από εκείνους, που ισχυρίζονται ότι φιλοσοφούν, ότι πράγματι ουδέποτε ο δίκαιος μπορεί να γίνει άδικος ούτε ο σώφρων αλαζόνας ούτε όσον αφορά κάτι άλλο από εκείνα, τα οποία μαθαίνονται, αυτός που τα έμαθε μπορεί να πάψει να τα γνωρίζει..
Εγώ όμως σχετικά με αυτά δεν έχω αυτή τη γνώμη· διότι παρατηρώ, ότι, καθώς τα σωματικά έργα εκείνοι, που δεν γυμνάζουν τα σώματα, δεν μπορούν να τα εκτελούν, έτσι και τα ψυχικά έργα εκείνοι, που δεν εξασκούν την ψυχήν, δεν μπορούν να τα εκτελούν, διότι, ούτε όσα πρέπει να κάμνουν, μπορούν να τα κάνουν, ούτε από όσα πρέπει να απέχουν, μπορούν να απέχουν.
Διά τούτο και οι πατέρες τα παιδιά τους, και αν ακόμα είναι συνετά, όμως τα εμποδίζουν από τους πονηρούς ανθρώπους, επειδή η μεν συναναστροφή με τους ενάρετους είναι άσκηση της αρετής, όμως η συναναστροφή με τους πονηρούς είναι καταστροφή.
Είναι δε μάρτυρας αυτού και εκείνος από τους ποιητές που λέγει:

Απ' τους καλούς πάντα καλό θα μάθεις.
Αν πηγαίνεις με τους κακούς,


και το μυαλό που σούλαχε θα χάσεις.
και εκείνος που λέγει:

Ο καλός άλλοτε κακός και άλλοτε καλός είναι.
Και εγώ απ’ τη μεριά μου συμφωνώ με αυτά·
διότι βλέπω, ότι, καθώς ακριβώς τα εμμέτρα έπη, εκείνοι, που δεν τα μελετούν, τα ξεχνούν, έτσι και σ’ εκείνους, που αμελούν τους λόγους των δασκάλων, έρχεται λησμονιά. Όταν δε κάποιος λησμονήσει τους συμβουλευτικούς λόγους, χάνει και την διάθεση εκείνη της ψυχής, την οποία όταν έχει η ψυχή επιθυμεί τη σωφροσύνη· όταν όμως κανείς λησμονήσει αυτά, δεν είναι καθόλου παράξενο να λησμονεί και την σωφροσύνη.
Βλέπω δε ότι και εκείνοι, που παρασύρθηκαν στη φιλοποσία, και εκείνοι, που κυλίστηκαν μέσα στους έρωτας, λιγότερο μπορούν και να φροντίζουν όσα πρέπει και να απέχουν από όσα δεν πρέπει. Διότι πολλοί, που μπορούσαν, πριν πέσουν σε έρωτες, να μη σπαταλούν τα χρήματά τους, όταν πέσουν, δεν μπορούν πια·
και αφού καταξοδέψουν τα χρήματά τους, δεν απέχουν από τα κέρδη εκείνα, από τα οποία πρωτύτερα απείχαν, επειδή τα θεωρούσαν αισχρά·
Πώς λοιπόν δεν είναι ενδεχόμενον ενώ κανείς πρωτύτερα υπήρξε συνετός, κατόπιν να μη είναι, και ενώ μπορούσε να πράττει το δίκαιο, έπειτα να μη μπορεί;
Έχω την εντύπωση λοιπόν ότι όλα τα καλά και τα αγαθά αποκτώνται με την άσκηση προ πάντων δε η σωφροσύνη.

25/11/2010

2010-03-08

Απόψε, δεν πρόκειται να βγω να το «γιορτάσω»...

Δεν πρόκειται, που λες, να βγω για να το «γλεντήσω» απόψε.
Απόψε, που θα γεμίσουν τα μπαράκια, τα φαγάδικα και τα κάθε λογής κέντρα με γυναικοπαρέες, δεν πρόκειται να βγω να το «γιορτάσω».
Και έχω τους λόγους μου.
Γιορτή είναι η κάθε μέρα μου.
Γιορτή και πανηγύρι κάθε της στιγμή και ερωτικά την απολαμβάνω.
Γιορτή τα χαμογελαστά μάτια των παιδιών μου, 
        και όλων των παιδιών.
Γιορτή η κάθε ανατολή, γιορτή και τα δειλινά μου.
Γιορτή η ζωή μου, με τα δύσκολα και τα εύκολα.
Γιορτή η συναίσθηση, το άγγιγμα της Αγάπης που με περιβάλλει.
Γιορτή και επέτειος χαρούμενη ακόμα και οι στιγμές της θλίψης, 
        της περισυλλογής  
        και της συνειδητής αποχώρησης.
Γιορτή οι επαναφορές μου,
Μια Γιορτή ασταμάτητη και μια Απόλαυση ο Αγώνας.
Δεν έχω και λόγο για να βγω να το «γλεντήσω»,
  • Επειδή 90 εκατομμύρια κορίτσια δεν πάνε σχολείο.
  • Επειδή γυναίκες και κορίτσια είναι τα πρώτα θύματα σε πολέμους και συρράξεις.
  • Επειδή από τις επίσημες στατιστικές λείπουν τουλάχιστον 60 εκατομμύρια γυναίκες, θύματα των ίδιων τους των οικογενειών όπως λέει το Unicef annual report 2000.
  • Επειδή μόνο το 2000 από τα 31 εκατομμύρια πρόσφυγες και εκτοπισμένους το 80% ήταν γυναίκες και παιδιά.
  • Επειδή οι συστηματικοί βιασμοί γυναικών και κοριτσιών χρησιμοποιούνται ως όπλα πολέμου.
  • Επειδή από τα 875 εκατομμύρια αναλφάβητους τα δύο τρίτα είναι γυναίκες.
Έλα καημένη, μπορεί να μου πεις, σαν πολύ βαριά τα παίρνεις.
Βάλε την πιο σέξι φορεσιά σου και βγες απόψε να τα σπάσεις, να το διασκεδάσεις με τις «ομοιοπαθείς» σου
Κάποιοι όρισαν σήμερα οι γυναίκες παγκόσμια να γιορτάζουν.
Μάλιστα… όρισαν….

Μα εγώ αποφασίζω, που λες, απόψε να «αποχωρήσω»,
για να δυναμώσω τις σκέψεις του μυαλού και της καρδιάς μου για να κάνω τη φωνή μου στεντόρεια, όπλο επιθετικό, για να μπορώ από αύριο στον αγώνα να ριχτώ με δύναμη περσότερη.

Και λοιπόν; Θα μου πεις. 
Πες ότι την έκανες. 
Και τι θα μπορέσεις να πετύχεις; 
Τι θ’ αλλάξει;

Πολλά μπορεί να αλλάξουν, πάρα πολλά.
Βήμα-βήμα,
ανάσα την ανάσα,
λόγο στο λόγο,
γράμμα-γράμμα,
έργο με το έργο…
έτσι αλλάζουν τα πράγματα
Έτσι.

Καλημέρα….
Καλησπέρα…
Καληνύχτα μας…