2016-05-31

Βασιλική Δεδούση — Ο Χάρτινος Αετός

Kite Flying, by Andrea Doss
Πέτα ψηλά χαρταετέ.
Τη φόρα δίνει σου η ψυχή
και τη φορά το χέρι.

Πέτα ψηλά, ανέβα
και μη νοιαστείς·
θα σ’ αυγαταίνω το σκοινί
και όσο θα βαραίνει,
τόσο μια άπλετη χαρά
στα στήθη θ’ ανεβαίνει

Πέτα ψηλά χαρταετέ.
του ουρανού το κάλεσμα
αφουγκράσου.
Πιάσε γλυκοκουβέντα
με του πλατιού αιθέρα
τ’ ακριβοθώρητα πλάσματα,
τ’ αγγελικά
και κάνε τα δικά σου
τα όμορφά τους μυστικά
που ΄ναι γιομάτα
ελπίδα.

Κι αν,‘κει ψηλά που θα βρεθείς,
πέσεις σε μαύρο σύννεφο,
ή μαζευτούνε γύρω σου
του φόβου τα μαυρόφτερα
γεράκια,
ατρόμητος και σταθερά
το πέταγμά τους κόψε
και πέτα ακόμα πιο ψηλά
στον γαλανό αιθέρα.

Γύρω μου θα μαζέψω
όλου του κόσμου τα παιδιά·
χαρτάκια θα σου στείλουμε
γραμμένα απ’ τις καρδούλες τους,
με γραμματάκια αδέξια,
τα «θέλω» τους να μάθεις
και πεταρίζοντας ψηλά
τις καθαρές φωνούλες τους
πά στων αγγέλων τα φτερά
μ’ αγάπη ν’ αποθέσεις.

Σαν έρθει η ώρα,
σινιάλο κάνε μου
κι εγώ, αγάλια-αγάλια,
φίλε αετέ μου, χάρτινε,
θα σου μαζέψω το σκοινί
κοντά μου θα σε φέρω
στις παιδικές τις αγκαλιές
να ‘ρθεις να ξαποστάσεις.

Μα, αν θελήσεις πάλι,
ψηλά ν’ ανέβεις λεύτερα,
μακριά απ’ της γης
το χώμα,
στο δεύτερό σου πέταγμα
θα σου το κόψω
το σκοινί,
να πορευτείς ελεύθερος
φίλε μου, χάρτινε αετέ,
του ανέμου αγαπημένε.

Δε θα χαθείς, το ξέρω.
Πλατιά φτερά θα βγάλεις
και θα γενείς
γοργόφτερος αετός,
τ’ Ολύμπου αγριοπούλι.

Δε θα σε χάσω.
θα ‘ρχεσαι κρυφά
στα παιδιακίσια όνειρα
και θα τους λες ψιθυριστά
πως θα ‘ρθει η ώρα κι η στιγμή,
όπου θα πάρουν τέλος
και μια για πάντα θα χαθούν
τα βάσανα του κόσμου.

2016-05-29

Βασιλική Δεδούση — Ηλίανθοι

Vincent van Gogh Painting Sun Flowers - Paul Gauguin
Στην τελευταία τρίλια
πεύκινης άρπας πουλιών ορθρινών,
στην αχνοφεγγιά τ’ αυγερινού
σκαλώνουν
κι αναξυπνούν τ’ ανθύλια του ηλίανθου

— πεταρίζουνε δίπλα ολάσπρες ροδαρές—.

Δεν είναι του 
Vincent μπάλες κλειστές,
ακρωτηριασμένες σ' ανθογυάλι χωμάτινο
από χρωστήρα βουτηγμένο σ’ αψέντι,
άνθη νεκρά και σε τάφους 
ακόμα αταίριαχτα

— ζωντανά φυτά και στα μνήματα πρέπουνε
να γενεί η αθρωπότη λιοτρόπι,
Κύριε, και το δικό Σου ν’ αποζητάει το Φως —.

Είναι θυρίδες ολάνοιχτες
το χρυσάφι πολύτιμο σε θέα κοινή
να το χαίρονται όλοι

Σαν πέσει το σούρουπο, σε δέηση υπομονής
διπλώνονται προσμένοντας
μιαν ακόμη ανατολή φωτοφόρα.

2016-05-24

Βασιλική Δεδούση — Εκκρεμότητες

Birgit Huttemann-Holz "Silent Poetry"
Στα λιγοστά ιντερμέδια κοιτάζω τούς κλώνους.
Όμφακες, ακόμα όμφακες
κι αγουρίδες
πουθενά καρπός ώριμος

Και οι ώρες της μέρας κυλούν,
κυλούν των βδομάδων οι μέρες 

και οι μήνες του χρόνου

Στη γη την άνυδρη στηρίζω τα πέλματα
-μην κι απ’ το νου δραπετέψει το φριχτό μοιρολόι -
στο χώμα που γυάλινο γίνηκε
το βλέμμα καρφώνω
για να θωρώ μανάδες στα μαύρα
στα μαύρα και κόρες
-τις σκηνές να μη χάσω, να μην ξεχαστώ-

Και οι ώρες της μέρας κυλούν
των βδομάδων οι μέρες …

Παιδιά στυλώνουν την ψυχή
δέονται βουβά
για παραμύθια ανάκουστα
που μέση, αρχή και τελειωμό δεν έχουνε.

Και οι ώρες της μέρας κυλούν…

Λέξεις πανάρχαιες περιμένουν,
γυρεύουνε να βγουν στο φως
στο σήμερα να πουν το όνομά τους

Και οι ώρες της μέρας …

Νύχια από σίδερο
σκαλίζουν αδιάκοπα χώμα σκληρό
καμωμένο από πάγο και δάκρυ και αίμα
να θάψουν βαθιά καρδιά κι αγάπες
και τραγούδια-ταχταρίσματα
και παραμύθια να ξεθάψουν
προτού να ΄ν αργά
προτού τα παιδιά μεγαλώσουν
και τους είναι αχρείαστα

Και οι ώρες της μέρας κυλούν
των βδομάδων οι μέρες και οι μήνες του χρόνου

Ένα βαθυγάλαζο πέλαγο να βαφτιστεί
περιμένει, εις μάτην…

Τόσα πολλά …
Πότε; Πότε;
Σε μια ζωή κοντόμερη
………. οριοθετημένη