2017-12-28

Βασιλική Δεδούση — Όλο, όλο... (Προσμονή αγγιγμάτων) «... στις κραυγές του μυαλού τα χείλη σιωπούν/πώς να πω; Με τι λόγια να πω της καρδιάς το ξεχείλισμα;»

In The Woods
Οι σκέψεις…
-χορός αγρίων έξαλλος-
βροντοχτυπούν το στέρφο χώμα
ο γδούπος των πελμάτων,
βαρύς τραχύς και απτόητος
για να καρπίσει η γη

Τα γράμματα… 

άναρχα
κλεμμένα απ’ την πανάρχαια αλφάβητο
Οι λέξεις… 

βουρκωμένες
Μήτρα ο νους,
μοναχικός Ιάσωνας
μπροστά στις Συμπληγάδες
Ο πηγαιμός σαν ερχομός,
η ανησυχιά της προσμονής
σαν τόκος απρόσμενος
ακούσια εκούσιος,
να φύγει ή όχι τάχατες
η άσπρη περιστέρα;

Κυνηγημένος ιδρώς του Ιάσωνα
από τη γνώση που κατείχε
πριν δει, πριν μάθει,
και τώρα αποκαλύπτεται
κάθε ίδια στιγμή
τόσο αλλιώτικη
σε ένα παρόν αδιάλειπτο.

- Προχώρα το, μη σταματάας,
συνέχισε…
-να, και η ψυχούλα η άγρυπνη στο διπλανό μου δώμα-
- Μα, τι να πω; Πώς να το πω; Με λέξεις ποιές;
- Πες, όλοο, όοολοοοο…

Στο λιοτριβειό του νου
αναδεφτήρας οι μυλόπετρες,
πετροχυμό δε βγάζουν
παρά μονάχα αν συνθλιβούν τα λόγια,
τα πνιχτά επιφωνήματα,
οι μισές κοφτές λέξεις,
οι λέξεις-ανάσες.

Να συνθλιβούν και να θλιβούν.

Δάκρυ ψυχής, ακύλιστο
απόσταγμα να τρέξει
καθάριο ολοζώντανο
και να ειπωθεί το ανείπωτο,
να γίνει λόγος η ματιά,
το ερωτικό βλεφάρισμα
φράση λειψή, μα ολόκληρη,
φράση που σπαρταράει:
Όοολο, όλοοοοοο

Απ’ της αγάπης τραγούδια να πάρω λόγια δε θέλω,
δε θέλω
και ο νους ενεός -εντός μου κι εκτός-
οικείο το άγνωστο,
και τ’ άπιαστο ανέλπιστα οικείο

Ήρθα και ήσουν εδώ
και απών, εδώ
σαν από πάντα
συνισταμένη της ζωής μου, εσύ
δικό σου τ’ όνομά μου, ανάδοχε έρωτα,
ανάδοχέ μου έρωτα,
της κάθε μέρας μου ζωή και σιωπηλή αναζήτηση

Ιδεογράμματα εικόνων,
ιερέων παλαιών γλυφουργήματα
σε υποχθόνιους τοίχους,
στης αγάπης της δάδας το φως
μια πανδαισία χρωμάτων, σχημάτων και ήχων
σ’ εξαίσια σύνθεση
-υπάρχουν κι αυτά που δεν βλέπουμε, υπάρχουν-

Λαχτάρα ψυχής για ανεμοπέταγμα
προσμονή αγγιγμάτων
στις κραυγές του μυαλού τα χείλη σιωπούν
πώς να πω;
Με τι λόγια να πω της καρδιάς το ξεχείλισμα;

Καστανές οι ματιές, του ελατόμελου γλύκα
σε μια λέξη το κάλεσμα
- έλα
- εγώ;
- ναι, έλα...
και το είναι μου
μ' ένα κορμιού διασκέλισμα,
με λαχτάρα καρδιάς
και του μυαλού μου το σάλεμα,
κάτοχος γίνεται,
αποδέκτης και δότης…
δίνει, προσφέρει και ποτέ δεν αδειάζει
δέχεται, παίρνει και ποτέ δε γεμίζει
και σφραγίζοντας παίρνει του Έρωτα σφράγισμα.

Αίτημα και παρότρυνση σε πρόθυμη αποδέκτη
ισχυρή και ανίσχυρη,
αδύναμη που τα πάντα μπορεί…
- έλα
- εγώ;

Όλα τα σ’ αγαπώ
δικά σου, δικά μου, δικά μας
Τα χρώματα όλα τ’ άπειρα
δικά σου, δικά μου, δικά μας

Μεταβλητή μου, εσύ και σταθερά,
-τ’ αλλιώτικο ίδιο-
Και της κάθε στιγμής μου το απαράλλαχτο όλον
Βασιλική Π. Δεδούση

2017-08-14

Βασιλική Δεδούση — Η Πατρίδα μας... γη του πυρός «Πατρίδα μας,/oι ρόζοι στα χέρια, που απλώνονται ανοιγμένα σε δέηση απόγνωσης.»

Εμείς δεν ξεχνάμε τους νεκρούς από τις φωτιές του 2007

Πατρίδα μας ,
τα χαρακωμένα πρόσωπα
απ’ τις ανελέητες αχτίνες
στις λιόπυρες αρένες της Δήμητρας.

Πατρίδα μας,
oι ρόζοι στα χέρια, που απλώνονται
ανοιγμένα σε δέηση απόγνωσης.

Πατρίδα μας ,
το κατακόκκινο πονεμένο βλέμμα
που αντιφεγγίζει τις παμφάγες φλόγες.

Πατρίδα μας,
και ψυχή της,
οι στάχτες τις ΜΑΝΑΣ
που καλύπτουν προστατευτικά
τα χαμομηλάκια της,
τα άνθια της ζωής της,
εκεί… εκεί …, στον ελαιώνα
του Μαρτυρίου....
Βασιλική Δεδούση

2017-06-17

Τα μοναχοπαίδια, μπορεί να μεγαλώνουν με διαφορετικό τρόπο, μπορεί να είναι όμως εξίσου φοβερά!

Η κριτική δίνει και παίρνει.
Λες και το αν είσαι καλός γονιός εξαρτάται από τον αριθμό των παιδιών που έφερες στον κόσμο!

Όσα παιδιά κι αν έχετε, δεν υπάρχει περίπτωση να μην σας κριτικάρουν!
Όλοι έχουν απόψεις για κάθε περίπτωση.

Δεν έχεις ακόμα αποκτήσει παιδάκι;
«Άντε, κάντε ένα παιδάκι, τι περιμένετε;»
Έχεις ένα παιδάκι; 
«Γιατί, καλέ, δεν κάνετε άλλο ένα;»
Έχεις δυο αγοράκια;
«Τώρα να πάτε για την κόρη» (έχουν το του μελλοντολόγου χάρισμα αυτοί)
Έχεις ένα και ένα;
«Τώρα κλείσατε, μια χαρά είναι» (είναι του οικογενειακού προγραμματισμού αυτοί)
Έχεις δυο κοριτσάκια;
«Να πάτε τώρα και για το γιο» (του μελλοντολογικού κλαμπ και αυτοί)
Έχεις τρία παιδάκια;
Τώρα τα πράγματα αρχίζουν και δυσκολεύουν για τους κριτές.
«Όλα παιδιά είναι;» (Ναι, ναι! Ακόμα το ρωτούν αυτό!)
«Τρία καλά είναι, φτάνουν τόσα» (υπάρχουν και άλλου είδους σχολιαστές, που ευχαρίστως θα επενέβαιναν χειρουργικά προκειμένου να μην κάνετε άλλο παιδί)
Έχεις από τέσσερα και πάνω;
«Άλλη δουλειά δεν κάνετε;»... και άλλα παρεμφερή, πολύ «διακριτικά» και «ευπρεπή»...
👦👧👦👧👦👦

Δεδομένου του ό,τι κάθε παιδί είναι μοναδικό και πολύτιμο και ως εκ τούτου όλα (όσα παιδιά κι αν έχουμε) πρέπει να τα μεγαλώνουμε ως μοναχοπαίδια, ας σταματήσουμε να ρωτάμε, να σχολιάζουμε -με διάθεση φανερά επικριτική- το τι επιλέγει (ή εκ των πραγμάτων υποχρεώνεται) κάθε ζευγάρι να κάνει στη ζωή του.
Με λίγα λόγια, κοιτάμε το σπίτι μας, τα δικά μας παιδιά και προσπαθούμε να είμαστε -το δυνατόν- πιο σωστοί στην ανατροφή του παιδιού ή των παιδιών μας.


👦👧👦👧👦👦

2017-05-02

Δαυΐδ, Ψαλμὸς 122 — Η προσδοκία των ταπεινωμένων


ᾨδὴ τῶν ἀναβαθμῶν

Πρός σὲ ἦρα τοὺς ὀφθαλμούς μου 
τὸν κατοικοῦντα ἐν τῷ οὐρανῷ. 
ἰδοὺ ὡς ὀφθαλμοὶ δούλων εἰς χεῖρας τῶν κυρίων αὐτῶν, 
ὡς ὀφθαλμοὶ παιδίσκης εἰς χεῖρας τῆς κυρίας αὐτῆς, 
οὕτως οἱ ὀφθαλμοὶ ἡμῶν πρὸς Κύριον τὸν Θεὸν ἡμῶν, 
ἕως οὗ οἰκτειρῆσαι ἡμᾶς. 
ἐλέησον ἡμᾶς, Κύριε, ἐλέησον ἡμᾶς, 
ὅτι ἐπὶ πολὺ ἐπλήσθημεν ἐξουδενώσεως, 
ἐπὶ πλεῖον ἐπλήσθη ἡ ψυχὴ ἡμῶν. 
Τὸ ὄνειδος τοῖς εὐθηνοῦσι, 
καὶ ἡ ἐξουδένωσις τοῖς ὑπερηφάνοις.

Ελεύθερη απόδοση
Κύριε, μόνο σε Σένα έχω τα μάτια μου υψωμένα
σε Σένα που κατοικείς στον ουρανό.
Να, όπως τα βλέμματα των δούλων είναι στραμμένα 
στα χέρια των κυρίων τους,
όπως τα μάτια της ψυχοκόρης στα χέρια της κυράς της, 
έτσι και τα δικά μας μάτια στρέφονται προς τον Κύριο και Θεό μας,
μέχρις ότου μας ευλογήσει με τα ελέη Του.
Ελέησέ μας, Κύριε, ελέησέ μας, 
γιατί για χρόνο πολύ 
στην καταφρόνια μας έριξαν 
και μας εξουθένωσαν,
και η ψυχή μας βάρυνε πολύ. 
Μακάρι το όνειδος να πέσει πάνω στους πάμπλουτους
που μας καταδυναστεύουν,
και οι αλαζόνες να εξουθενωθούν. 
Βασιλική Δεδούση

2017-04-30

Δαυΐδ, Ψαλμὸς 120 — Ποιος θα μπορέσει να με βοηθήσει;

ᾨδὴ τῶν ἀναβαθμῶν

Ἦρα τοὺς ὀφθαλμούς μου εἰς τὰ ὄρη, 
ὅθεν ἥξει ἡ βοήθειά μου. 
ἡ βοήθειά μου παρὰ Κυρίου 
τοῦ ποιήσαντος τὸν οὐρανὸν καὶ τὴν γῆν. 
μὴ δῴης εἰς σάλον τὸν πόδα σου, 
μηδὲ νυστάξῃ ὁ φυλάσσων σε.
ἰδοὺ οὐ νυστάξει οὐδὲ ὑπνώσει ὁ φυλάσσων τὸν Ἰσραήλ.
Κύριος φυλάξει σε, 
Κύριος σκέπη σοι ἐπὶ χεῖρα δεξιάν σου·
ἡμέρας ὁ ἥλιος οὐ συγκαύσει σε, 
οὐδὲ ἡ σελήνη τὴν νύκτα.
Κύριος φυλάξει σε ἀπὸ παντὸς κακοῦ, 
φυλάξει τὴν ψυχήν σου ὁ Κύριος. 
Κύριος φυλάξει τὴν εἴσοδόν σου 
καὶ τὴν ἔξοδόν σου 
ἀπὸ τοῦ νῦν καὶ ἕως τοῦ αἰῶνος. 
 Ψαλμός 120ος

Προς τα όρη το βλέμμα μου σήκωσα,
απ' όπου βοήθεια περιμένω.
Ο Κύριος, ο δημιουργός της γης και τ' ουρανού,
Αυτός θα με βοηθήσει.
Μακάρι, ψυχή μου, μακάρι κραταιή
και αμετακίνητη να μείνεις
και ο Κύριος-Φύλακάς σου
ποτέ για σένα να μην αδιαφορήσει.
Αλήθεια, πάντοτε ακοίμητος,
πάντα γρηγορών θα είναι ο Κύριος,
πάντα θα προστατεύει τον λαό Του,
ο παντοδύναμος σκεπαστής 
και υπέρμαχος συμπαραστάτης.
Ούτε τα καύματα του ήλιου τη μέρα, 
ούτε οι γητειές της σελήνης τη νύχτα
δεν θα μπορέσουν να με βλάψουν.
Ψυχή μου, ο Κύριος κάθε κακό θα διώξει,
ο Κύριος θα είναι ο Προστάτης σου.
Αυτός, μέσα και έξω από το σπίτι σου 
θα σε προστατεύει,
σε όλο το ταξίδι της ζωής σου,
τώρα και για πάντα.
ελεύθερη απόδοση: Βασιλική Δεδούση
---------------------------------------
Αναβαθμός (ο) (ουσιαστικό)
  • Σκαλοπάτι.
  • Στην αρχαία αρχιτεκτονική, αναβαθμός είναι καθεμιά από τις τρεις ή τέσσερις πλατιές βαθμίδες της κλίμακας που που οδηγούσε στους αρχαίους ναούς ή βωμούς.
  • Στα αρχαία θέατρα, αναβαθμός είναι καθεμιά από τις κλιμακωτά τοποθετημένες σειρές καθισμάτων.
  • Αναβαθμοί (στον πληθυντικό) είναι αντιφωνικά τροπάρια που ψάλλονται τις Κυριακές και τις γιορτές κατά τον όρθρο.

2017-04-04

Sara Teasdale — There will come soft rains - Και να που θα ‘ρθει μια ζεστή βροχούλα και της γης το μοσχομύρισμα

Και να που θα ‘ρθει μια ζεστή βροχούλα και της γης το μοσχομύρισμα,
Και τα χελιδόνια θα σπαθίζουν τον αιθέρα με το αστραφτερό τους τιτίβισμα·

Και να, τα βατράχια θα κοάζουν στις νυχτερινές λίμνες,
Και οι αγριοδαμασκηνιές  θα τρεμοπαίζουν  τα λευκάνθια τους·

Οι κοκκινολαίμηδες  θα φορέσουν τα φλόγινά τους πούπουλα,
Σφυρίζοντας με χάρη πά' σε συρμάτινο φραχτάκι·

Κανένας δε θα ξέρει για τον πόλεμο, κανέναν
δε θα νοιάξει πότε έγινε, πότε τέλειωσε·

Μητ’ ένας θα νοιαχτεί, ούτε πουλί, ούτε δέντρο,
Αν η αθρωπότη για πάντα χάθηκε·

Και η ίδια η Άνοιξη, σα θα ξυπνήσει ένα πρωί,
Ίσα που θα καταλάβει πως εμείς για πάντα φύγαμε.
μετφρ. Βασιλική Π. Δεδούση


There will come soft rains (1920)
Sara Teasdale

There will come soft rains and the smell of the ground,
And swallows circling with their shimmering sound;

And frogs in the pools singing at night,
And wild-plum trees in tremulous white;

Robins will wear their feathery fire,
Whistling their whims on a low fence-wire;

And not one will know of the war, not one
Will care at last when it is done.

Not one would mind, neither bird nor tree,
If mankind perished utterly;

And Spring herself, when she woke at dawn
Would scarcely know that we were gone.

2017-02-14

Βασιλική Δεδούση — Έρως Ανάδοχος: Απ’ της αγάπης τραγούδια να πάρω λόγια δε θέλω, δε θέλω

Lovers Embrace - Painting by: Heather Hurzeler
 
Χάρη σε σένα, Προμηθέα Πυρφόρε μου,
στης αγάπης το άβατο να μπω αξιώθηκα
και είδα τον Έρωτα,
μια ιέρεια φωτόλαμπρη,
μέσα απ' το μαύρο της ντύμα

Μες στη σιωπή σου σε άκουσα, Έρωτα.
 
Σφραγίδα το στόμα,
περίβολος φύλακας,
εμποδιστής περίσσιων λόγων

Ένιωσα, Έρωτα,
της μουσικής τη γαλήνια ορμή
ως τ' ακροδάχτυλά μου

Είδα…
άλικα άνθια τα γόνατα,
υπομονής ανεξίτηλης τρόπαια
προσφοράς παράσημα,
της ευτυχίας του «δούναι» τα εύσημα.

Διάβασα…
αναντίρρητη σκέψη
και το λόγο σου, Έρωτα, άκουσα,
τον μεγάλο απόντα.

Δάκρυ ψυχής,
ακύλιστο απόσταγμα να τρέξει,
καθάριο, ολοζώντανο
και να ειπωθεί το ανείπωτο,

να γίνει λόγος η ματιά,
το ερωτικό βλεφάρισμα
φράση λειψή, μα ολόκληρη,
φράση που σπαρταράει.

Απ’ της αγάπης τραγούδια να πάρω λόγια
δε θέλω, δε θέλω.
Ο νους ενεός –εντός μου κι εκτός-
οικείο το άγνωστο,
και τ’ άπιαστο ανέλπιστα οικείο.

Ήρθα και ήσουν εδώ
- και απών εδώ
σαν από πάντα -,
συνισταμένη της ζωής μου, εσύ
δικό σου τ’ όνομά μου, ανάδοχε έρωτα,
ανάδοχέ μου έρωτα,
της κάθε μέρας μου ζωή και σιωπηλή αναζήτηση.

Ιδεογράμματα εικόνων,
ιερέων παλαιών γλυφουργήματα
σε υποχθόνιους τοίχους,
στης αγάπης της δάδας το φως
μια πανδαισία χρωμάτων, σχημάτων και ήχων
σ’ εξαίσια σύνθεση
-υπάρχουν κι αυτά που δεν βλέπουμε, υπάρχουν-.

Μεταβλητή μου, εσύ και σταθερά,
-τ’ αλλιώτικο ίδιο-,
και της κάθε στιγμής μου το απαράλλαχτο όλον

Οι σκέψεις…
-χορός αγρίων έξαλλος-
βροντοχτυπούν το στέρφο χώμα
ο γδούπος των πελμάτων,
βαρύς τραχύς και απτόητος
για να καρπίσει η γη

Τα γράμματα… άναρχα
κλεμμένα απ’ την πανάρχαια αλφάβητο
Οι λέξεις… βουρκωμένες

Μήτρα ο νους,
μοναχικός Ιάσωνας
μπροστά στις Συμπληγάδες
Ο πηγαιμός σαν ερχομός,
η ανησυχιά της προσμονής
σαν τόκος απρόσμενος
ακούσια εκούσιος,
να φύγει ή όχι τάχατες
η άσπρη περιστέρα;

Κυνηγημένος ιδρώς του Ιάσωνα
από τη γνώση που κατείχε
πριν δει, πριν μάθει,
και τώρα αποκαλύπτεται
κάθε ίδια στιγμή
τόσο αλλιώτικη
σε ένα παρόν αδιάλειπτο.

-Προχώρα το, μη σταματάς,
συνέχισε…
-να, και η ψυχούλα η άγρυπνη στο διπλανό μου δώμα-
-Μα, τι να πω; Πώς να το πω; Με λέξεις ποιές;
-Πες, όλοο, όοολοοοο…

Στο λιοτριβειό του νου
αναδεφτήρας οι μυλόπετρες,
πετροχυμό δε βγάζουν
παρά μονάχα αν συνθλιβούν τα λόγια,
τα πνιχτά επιφωνήματα,
οι μισές κοφτές λέξεις,
οι λέξεις-ανάσες.

Να συνθλιβούν και να θλιβούν.
Δάκρυ ψυχής ακύλιστο
απόσταγμα να τρέξει
καθάριο ολοζώντανο
και να ειπωθεί το ανείπωτο,
να γίνει λόγος η ματιά,
το ερωτικό βλεφάρισμα
φράση λειψή, μα ολόκληρη,
φράση που σπαρταράει:
Όοολο, όλοοοοοο

Απ’ της αγάπης τραγούδια να πάρω λόγια δε θέλω,
δε θέλω
και ο νους ενεός –εντός μου κι εκτός-
οικείο το άγνωστο,
και τ’ άπιαστο ανέλπιστα οικείο

Ήρθα και ήσουν εδώ
και απών, εδώ
σαν από πάντα
συνισταμένη της ζωής μου, εσύ
δικό σου τ’ όνομά μου, ανάδοχε έρωτα,
ανάδοχέ μου έρωτα,
της κάθε μέρας μου ζωή και σιωπηλή αναζήτηση

Ιδεογράμματα εικόνων,
ιερέων παλαιών γλυφουργήματα
σε υποχθόνιους τοίχους,
στης αγάπης της δάδας το φως
μια πανδαισία χρωμάτων, σχημάτων και ήχων
σ’ εξαίσια σύνθεση
-υπάρχουν κι αυτά που δεν βλέπουμε, υπάρχουν-

Λαχτάρα ψυχής για ανεμοπέταγμα
προσμονή αγγιγμάτων
στις κραυγές του μυαλού τα χείλη σιωπούν
πώς να πω;
Με τι λόγια να πω της καρδιάς το ξεχείλισμα;

Καστανές οι ματιές, του ελατόμελου γλύκα
σε μια λέξη το κάλεσμα
-έλα
-εγώ;
-ναι, έλα
και το είναι μου
με ένα κορμιού διασκέλισμα,
με λαχτάρα καρδιάς
και του μυαλού μου το σάλεμα,
κάτοχος γίνεται,
αποδέκτης και δότης…
δίνει, προσφέρει και ποτέ δεν αδειάζει
δέχεται, παίρνει και ποτέ δε γεμίζει
και σφραγίζοντας παίρνει του Έρωτα σφράγισμα.

Αίτημα και παρότρυνση σε πρόθυμη αποδέκτη
ισχυρή και ανίσχυρη,
αδύναμη που τα πάντα μπορεί…
-έλα
-εγώ;

Όλα τα σ’ αγαπώ
δικά σου, δικά μου, δικά μας
Τα χρώματα όλα τ’ άπειρα
δικά σου, δικά μου, δικά μας

Μεταβλητή μου, εσύ και σταθερά,
-τ’ αλλιώτικο ίδιο-,
Και της κάθε στιγμής μου το απαράλλαχτο όλον

Βασιλική Π. Δεδούση

 

tetradia

2017-01-17

Γρηγόριος Θεολόγος — «Ἑλλὰς ἐµή, νεότης τε φίλη,... » — Ελλάδα αγαπημένη μου, νιότη μου εσύ ... Gregory of Nazianzus - O my Greece, my youth, and all I possess

Ἑλλὰς ἐµή, νεότης τε φίλη, καὶ ὅσσα πεπάσµην,
καὶ δέµας, ὡς Χριστῷ εἴξατε προφρονέως.
Εἰ δ᾿ ἱερήα φίλον µε θεῶ θέτο µητέρος εὐχὴ
καὶ πατρὸς παλάµη, τὶς φθόνος; Ἀλλά, µάκαρ,
σοῖς µε, Χριστέ, χοροίσι δέχου, καὶ κῦδος ὀπάζοις
υἱέϊ Γρηγορίου σῷ λάτρι Γρηγορίῳ.
┿ ┿ ┿ ┿ ┿ ┿ ┿
«On Himself» by Gregory of Nazianzus

O my Greece, my youth, and all I possess,

my body, how gladly you gave way to Christ!
Who would bear a grudge if my mother’s wishand
my father’s hand made me a priest, beloved of God? And may you,
blessed Christ, receive me in your choirs, and grant glory
to your servant Gregory, the son of Gregory.
┿ ┿ ┿ ┿ ┿ ┿ ┿
Ελλάδα μου, νιότη μου εσύ κι αγάπη,
και σώμα μου κι όλα μου τ' αποχτήματα,

πως του Χριστού το δρόμο πρόθυμα ανοίξατε για μένα!
Και, αν της μάνας μου η ευχή, και του πατρός το χέρι
αγαπημένο μ' έκαναν του Ύψιστου ιερέα,
ποιος θα 'ναι ο ζηλόφθονος της τόση μου ευτυχίας;
Ευλογημένε μου Χριστέ, δέξου με στην αυλή Σου και χάρισε
δόξα λαμπρή στον λάτρη Σου Γρηγόριο, το γιο του Γρηγορίου.
απόδοση, Βασιλική Π. Δεδούση